Το παριανό μάρμαρο (η Παρία Λίθος) χρησιμοποιήθηκε ήδη από την πρώιμη Χαλκοκρατία για την δημιουργία ειδωλίων και σκευών. Στους ιστορικούς χρόνους η εξόρυξη ξεκινά τον 7ο αι. π.Χ., όπως μαρτυρεί και η επιτύμβια στήλη με παράσταση καθιστής γυναικείας μορφής σε χαμηλό ανάγλυφο από το νεκροταφείο της Παροικιάς, και εντατικοποιείται από τον 6ο αι. π.Χ. και εξής, οπότε το παριανό μάρμαρο εξορύσσεται συστηματικά σε μορφή ογκόλιθων για την πλαστική και την αρχιτεκτονική. Τα ημίεργα αντικείμενα που βρέθηκαν στις αποθέσεις της λατύπης της αρχαίας εκμετάλλευσης στουςΛάκκους και τις Σπηλιές, μεταξύ των οποίων και στήλη με την επιγραφή «όρος πόλεως», αφενός μαρτυρούν για την ύπαρξη εργαστηρίων μαρμαροτεχνίας στην θέση των λατομείων, αφετέρου δηλώνουν ότι μέρος τουλάχιστον της εκμετάλλευσης ελεγχόταν πιθανότατα από το κράτος.
Από τα λατομεία της κοιλάδας του Σκαρπαθιώτη στο Μαράθι προέρχεται η διασημότερη ποικιλία παριανού μαρμάρου, ο αρίστης ποιότητας λυχνίτης λίθος, περιζήτητος για την αγαλματουργική λόγω της ποιότητας, της λευκότητας και της μεγάλης διαφάνειας και φωτοδιαπερατότητας (3,5 εκ. έναντι 2,5 εκ. του μαρμάρου της Καρράρα και 1,5 εκ. του Πεντελικού) που, σε εξαιρετικής ποιότητας υλικό, μπορεί να φθάσει ως και τα 12 εκ.! Το άριστο στρώμα μαρμάρου, πάχους 1-3 μ., εντοπίζεται μεταξύ άλλων παχύτερων κυανότεφρων στρωμάτων και είναι ορατό σε διάφορες θέσεις της κοιλάδας. Η αποκάλυψή του οφείλεται προφανώς στην σκαπτική δράση του χειμάρρου, από όπου αρχικά θα ξεκίνησε η επιφανειακή εκμετάλλευση, η οποία εξελίχθηκε σταδιακά σε βαθεία, για την παρακολούθηση του στρώματος, και εν συνεχεία σε υπόγεια. Τα στρώματα μαρμάρου εμφανίζονται έντονα πτυχωμένα με κυρτότητα προς τα πάνω, γεγονός που καθόρισε και την μέθοδο εκμετάλλευσης, (με την εφαρμογή οριζόντιας, βαθμιδωτής ή επικλινούς λατομίας, ανάλογα με τα γεωλογικά χαρακτηριστικά της περιοχής και το σχεδιασμό της εκμετάλλευσης). Τα λατομεία του Μαραθίου αναπτύσσονται εκτατικά σε εκατοντάδες μέτρα με διατήρηση κατά διαστήματα άτμητου πετρώματος (πεσσών) που λειτουργούν ως υποστυλώματα και με την παρουσία λιθοστοιβών, δηλαδή συσσωρεύσεων λίθων και λατύπης από το πρώτο ξεχόντρισμα, οι οποίες ενίοτε συγκρατούνται με πλευρικούς τοίχους που δημιουργούν διαδρόμους μεταξύ τους.
Στην Παρία λίθο φιλοτεχνήθηκαν αριστουργήματα της γλυπτικής (Αριστόδικος, Παις Κριτίου, Νίκη Παιωνίου, Ερμής Ολυμπίας, Αφροδίτη Μήλου) και της αρχιτεκτονικής (Θησαυρός Σιφνίων, αετώματα Πεισιστράτιου Ναού στην Ακρόπολη, αετώματα Ναού Διός στην Ολυμπία, ζωφόρος Μαυσωλείου Αλικαρνασσού κ.α.) που διαμόρφωσαν καθοριστικά την τέχνη της αρχαίας Ελλάδας και συνέβαλαν στην διάδοσή της προς την Δύση.
Τα υπόγεια λατομεία του Mαραθίου από κοινού με τα λατομεία στους Λάκκους, τις Σπηλιές και τα Θαψανά, αποτελούν ένα σημαντικότατο κεφάλαιο της ιστορίας, όχι μόνο της Πάρου αλλά και του αρχαίου ελληνικού και ρωμαϊκού κόσμου γενικότερα, ένα κορυφαίο και σύνθετο έργο γεωλογίας, τεχνολογίας, ιστορίας και τέχνης, εθνικής και παγκόσμιας σημασίας.