Το 2018, έπειτα από πρωτοβουλία του αείμνηστου ανασκαφέα των Κουκουναριών Δημητρίου Σκιλάρντι, η περιοχή δυτικά του αρχαίου λατομείων των Νυμφών χαρακτηρίστηκε Ιστορικός Τόπος. Σύμφωνα με το σκεπτικό της κήρυξης η περιοχή αποτελεί «έναν μοναδικό χώρο συνεχούς ανθρώπινης δραστηριότητας από την αρχαιότητα μέχρι τους νεώτερους χρόνους και ένα ενιαίο και αδιάσπαστο σύνολο, σημαντικό τεκμήριο της ανάπτυξης της περιοχής από τεχνική, οικονομική, αρχιτεκτονική, πολιτιστική και πολιτισμική άποψη» (Εφημερίδα της Κυβέρνησης, αριθ. 97/17.05.2018).
Η κηρυγμένη περιοχή περιλαμβάνει το υπαίθριο τμήμα του λατομείου καθώς και τις βιομηχανικές εγκαταστάσεις του 19ου αιώνα που κατασκευάστηκαν για την επανεκμετάλλευση του μαρμάρου και αποτελούν μια ιδιαίτερη περίπτωση της βιομηχανικής κληρονομιάς του Αιγαίου.
Το 1879 ιδρύθηκε η Βελγική Εταιρεία Μαρμάρων (1879-1881), η οποία μετατράπηκε σε Ελληνική Εταιρεία Μαρμάρων της Πάρου (1881-1884). Η λειτουργία της εταιρείας υπήρξε βραχύβια εξαιτίας της περιορισμένης παραγωγής μαρμάρου, ως αποτέλεσμα της εξάντλησης του λυχνίτη ήδη από τους αρχαίους χρόνους.
Οι εξορυκτικές δραστηριότητες της Εταιρείας επικεντρώθηκαν στην εκμετάλλευση του αρχαίου υπόγειου λατομείου των Νυμφών και των λατομείων ανοικτής εξόρυξης γύρω από το υπόγειο λατομείο του Πανός. Οι συμβατικές ονομασίες των υπόγειων αρχαίων λατομείων δόθηκαν από τον Ανδρέα Κορδέλλα κατά τον 19ο αιώνα. Συνδετικό στοιχείο όλων των εγκαταστάσεων αποτέλεσε μια σιδηροδρομική γραμμή μήκους περίπου 5 χλμ. για την μεταφορά του μαρμάρου στο λιμάνι της Παροικιάς. Οι εγκαταστάσεις της εταιρείας, οι οποίες διατηρούνται στο μεγαλύτερο ποσοστό έως σήμερα, περιελάμβαναν το κτήριο του ατμολέβητα (Μεγάλο μηχανοστάσιο) (Αναφ. εικόνα #1), έναν καπναγωγό μήκους εκατό μέτρων (Αναφ. εικόνα #2), μία καμινάδα (Αναφ. εικόνα #3), υδαταγωγούς και υδατοδεξαμενές για την εκμετάλλευση των υδάτων του διερχόμενου χειμάρρου, καθώς επίσης δύο βαρουλκοστάσια (Αναφ. εικόνα #4) στην είσοδο του αρχαίου λατομείου. Ένα μεγάλο συγκρότημα σε μακρινή απόσταση από τα λατομεία στέγασε καταλύματα εργατών (Αναφ. εικόνα #5) και υπαλλήλων, αποθήκες και εργαστήρια (Αναφ. εικόνα #6). Μια ασβεστοκάμινος (Αναφ. εικόνα #7) στο νότιο άκρο του συγκροτήματος όριζε το τέλος του σιδηροδρόμου.
Οι εργασίες εξόρυξης του μαρμάρου συνεχίστηκαν στην περιοχή έως τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες με εκμετάλλευση κυρίως των υπαίθριων λατομείων.
Κείμενο και φωτογραφίες: Χρήστος Τάκος